Κυριακή 10 Απριλίου 2011

"Η ΕΛΛΑΔΑ ΤΡΩΕΙ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΤΗΣ" Συνεντευξη Λυδίας Κονιόρδου στον Ιάκωβο Γωγάκη




ΛΥΔΙΑ ΚΟΝΙΟΡΔΟΥ

Η Ελλάδα τρώει τα παιδιά της


«Αυτοί που μας κυβερνούν,  θα δυστυχήσουν,  αν δεν αντιληφθούν πως οι πεινασμένες μάζες  δεν θα χουν άλλη επιλογή από το να ξεσηκωθούν, και θα  έρθει η στιγμή που θα απειλήσουν τα κάστρα τους».





Του Ιάκωβου Γωγάκη


Κάτι τέτοιες «περίεργες μέρες» που η πολιτιστική ενημέρωση περιορίζεται δραματικά από τις φυλλάδες, κάτι τέτοιες μέρες που βλέπουμε τους πολιτικούς μας « ταγούς» να συνωστίζονται για μια συνέντευξη, για να πουν τι? τα ίδια και τα ίδια, ε τότε είμαι πραγματικά τυχερός. Η πρόσωπο με πρόσωπο συνάντηση με την σπουδαία Ελληνίδα ηθοποιό Λυδία Κονιόρδου  εξελίχθηκε σε μια απρόσμενη αλληλοεξομολόγηση.

Αφορμή, η παράσταση « Κυρία Κούλα», η νουβέλα του Μένη Κουμανταρέα που παιζότανε πέρσι στο θέατρο Καρόλου Κουν και παρουσιάστηκε στο Θέατρο Παλλάς στη Λευκωσία και στο Ριάλτο στη Λεμεσό αλλά και η « Τρισεύγενη» του Κωστή Παλαμά, έργο που σκηνοθέτησε η Λυδία Κονιόρδου και  βρίσκεται αυτή την περίοδο στη σκηνή του Εθνικού Θέατρου της Αθήνας




Ο Κουμανταρέας έγραψε την « Κυρία Κούλα» λίγους μήνες μετά την μεταπολίτευση.
Δηλαδή το χρονικό σημείο της πολιτικής αλλαγής στην Ελλάδα, για να μιλήσει για έναν παράνομο έρωτα.  Τα διαχρονικά μηνύματα του έργου ήταν αυτά που ώθησαν τον Νίκο Μαστοράκη να το τοποθετήσει στο σήμερα? Υπάρχουν και άλλοι λόγοι?

Ναι η μεταπολίτευση ήταν συνεχώς μέσα σε διαδηλώσεις, αλλά και τώρα στην Ελλάδα συμβαίνει αυτό, από άλλη αιτία  Ο Κουμανταρέας επέλεξε να δει έναν μικρόκοσμο δυο ανθρώπων μέσα στα πλαίσια αυτής της αναταραχής, χρησιμοποιώντας μια σύμβαση μιας κοινότυπης ιστορίας, για να ξεδιπλώσει την βαθύτερη ανάγκη της ανθρώπινης ψυχής να συναντήσει και να ενωθεί με μια άλλη ψυχή. Πέρα από συμβάσεις, ρόλους κοινωνικούς και κοινωνικά συμβόλαια. Δύο άνθρωποι ξεκινούν από διαφορετικές αφετηρίες, αλλά υπάρχει κάτι που τους ενώνει. Και δεν είναι το σεξουαλικό. Είναι περισσότερο το να επικοινωνήσουν, να ζήσουν μια στιγμή ελευθερίας, αποδεσμευμένης από όλα αυτά που φυλακίζουν τη ζωή μέσα από τις καταστάσεις που ζούμε.


Από το 1975 μέχρι σήμερα θα μπορούσε να ισχυριστεί κανείς πως έχουν υπάρξει αλλαγές των ανθρώπινων συμπεριφορών. Αυτές δεν αναιρούνται όταν τοποθετούμε το έργο στο τώρα?
Παραδείγματος χάριν, υπάρχει μεγαλύτερη εξοικείωση με την ιδέα ενός διαζυγίου, όταν οι άνθρωποι βλέπουν πως ο γάμος τους βρίσκεται σε αδιέξοδο.

Δεν θα συμφωνούσα. Νομίζω, δεν έχουν αλλάξει στην ουσία ριζικά οι καταστάσεις μέσα σε τρεις δεκαετίες. Αυτή η γυναικά( η Κούλα) εργάζεται.
Έχει μια άνεση. Δεν είναι εύκολο με άντρα και παιδιά να πάρει μια τέτοια απόφαση.
Αλλά και το διαζύγιο, αν ήθελε θα μπορούσε να το πάρει και το 75 που και τότε  ήταν κάτι δεδομένο. Απλώς σήμερα είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε περισσότερα, να είμαστε λίγο πιο συνειδητοποιημένοι και προσγειωμένοι στη σκληρή πραγματικότητα, έχουν χαθεί οι ιδεολογικές ψευδαισθήσεις και αναζητούμε νέες αξίες. Η απελευθέρωση της ψυχής δεν έχει αλλάξει, γιατί κάθε εποχή έχει τις συμβάσεις της, και μέσα σε αυτές τις συμβάσεις ο άνθρωπος βάζει υποθήκη τη ψυχή του.
Νομίζω ότι η «Κουλα», στο έργο έχει ένα διχασμό, όπως όλοι μας οι άνθρωποι έχουμε διχασμό στη ζωή μας. Ξέρει πολύ καλά ότι έχει δημιουργήσει το κάστρο της, τις άμυνες της, το ασφαλές της λιμάνι, που δε θέλει να το διακινδυνεύσει.
Όχι μόνο γυναίκες αλλά και άντρες έχουν μια δεύτερη σχέση Δεν είναι λύση πάντα το διαζύγιο. Πολλές φορές η ύπαρξη μιας διπλής ζωής είναι αναγκαία για να θρέψει ο άνθρωπος και ένα άλλο του κομμάτι, του το οποίο έχει και αυτό ανάγκη να τραφεί. Δε λέω ότι είναι σωστό η όχι

Η ηρωίδα είναι φαινομενικά συντηρητική. Κάπου το λέει και η ίδια. Μιλάει διαρκώς για τον κοινωνικό της περίγυρο, για τον άντρα και τα παιδιά της αλλά υπάρχουν στιγμές που φαίνεται να μην το πιστεύει, να θέλει να ξεφύγει από τις συμβάσεις, και ο νεαρός φοιτητής να είναι η αφορμή. Έχει αυτογνωσία της κατάστασης της?


Η  πρωταγωνίστρια μέσα στην μοναχικότητα και την συντηρητικότητα της, μπερδεύει τις αναστολές της και ζει κάτι το οποίο δε μπορεί να ελέγξει, αλλά και πάλι επιστρέφει στη συνήθεια της, στους ρόλους και στις συμβάσεις. Της μάνας και της συζύγου. Και ο Μίμης έχει τις δικές του αναστολές. Δύο άνθρωποι που δεν είναι δυστυχισμένοι, δεν πάσχουν, αλλά βιώνουν έναν διχασμό. Θέλουν να κάνουν την υπέρβαση Μπορεί να έχουν αυτογνωσία της κατάστασης, αλλά λειτουργούν όπως οι περισσότεροι άνθρωποι, με το βασανιστικό δίλλημα: Τα τινάζουμε όλα στον αέρα και ακούμε αυτό που λέει η καρδιά μας προς την ελευθερία και στο άγνωστο? η  κρατάμε την ασφάλεια μας, εκεί, που είναι  όλα πιο συντηρητικά και πιο προστατευμένα.


Το να είναι κανείς στη πρώτη γραμμή του αρχαίου δράματος, ρόλοι όπως αυτός της « Κούλας» θεωρούνται μια εύκολη ερμηνευτικά υπόθεση?

Όχι, γιατί το μεγάλο βρίσκεται μέσα στο μικρό, και το μικρό μέσα στο μεγάλο.
Έτσι επιθυμώ να πορεύομαι όλα αυτά τα χρόνια ακολουθώντας τη φράση του Ελύτη » Αυτός ο κόσμος ο μικρός, ο μέγας ». Τίποτα δεν είναι μικρό, αν μπορεί κανείς να διαβλέψει μέσα από το μικρό αυτό που του συμβαίνει… το μεγάλο. Σε αυτό το έργο είδα την σύνδεση των μεγάλων ρόλων με τις ποιητικές δημιουργίες των μεγάλων ποιητών. Η « Κούλα» θα μπορούσε να είναι η « Φαίδρα»





Θα μπορούσε  όμως να είναι και η «Τρισεύγενη» του Παλαμά

Βεβαίως,  μα και η Τρισεύγενη αυτό είναι ακριβώς. Θέλει να βιώσει την ελευθερία της πιο πέρα από την τακτοποίηση των κλειστών τοίχων του σπιτιού.
Είναι ένα κείμενο που αγγίζει τον καθένα. Όλοι θέλουμε να « πετάξουμε ελεύθερα», και αυτό περιορίζεται, γιατί υπάρχει ο φόβος και η ανασφάλεια. Ο άνθρωπος είναι ένα γυμνό πλάσμα που θέλει να προστατεύεται .

Η αρχαία τραγωδία είναι ένα είδος θεάτρου ανεξάντλητο όσον αφορά την οπτική που θα μπορούσε να την προσεγγίσει ένας σκηνοθέτης, αλλά και ένας ηθοποιός. Ερμηνεύσατε όλους τους μεγάλους ρόλους, Υπάρχει ακόμα το κίνητρο της ενασχόλησης με το συγκεκριμένο είδος θεάτρου ?

Ασφαλώς και υπάρχει. Θα συμφωνήσω επίσης ότι είναι ανεξάντλητο, γιατί πολύ απλά δεν γνωρίζουμε πως παιζόταν το αρχαίο δράμα. Δεν ξέρουμε πως ακουγόταν η αρχαία γλώσσα. Το εκπληκτικό είναι πως η κάθε γενιά μέσα από τις δικές της ευαισθησίες,  τους δικούς της κώδικες ,ανακαλύπτει τη σκηνική γλώσσα για να ζωντανέψει αυτά τα κείμενα. Υπάρχει μια διαρκής συνέχεια, μια εξέλιξη.
Η μελέτη του αρχαίου δράματος στον εικοστό και εικοστό πρώτο  αιώνα, έδωσε σε μας την δυνατότητα να δούμε πρόσωπο με πρόσωπο την διαδρομή όλης της νεοελληνικής δημιουργίας, και να βρεθούμε μπροστά στη διαχρονική σχέση του αρχαίου δράματος με αυτό που είμαστε σήμερα. Και για μένα προσωπικά εξακολουθεί να είναι μία πρόκληση.


Παρόλα αυτά πολλοί θεατές δυσκολεύονται να αποδεχτούν τις διαφορετικές «αναγνώσεις» των κλασσικών έργων. Τι εξήγηση δίνετε?

Πιστεύω έχει να κάνει απολύτως με την παιδεία μας. Από τη στιγμή που δεν έχουμε γνώση πως παιζόταν το αρχαίο δράμα, πως μπορεί να κρίνει κανείς αν υπάρχει μια δεδομένη φόρμα στο πως πρέπει να ανεβαίνει η αρχαία τραγωδία. Αυτός που λέει πως ξέρει είναι αμαθής και απληροφόρητος.

Ίσως να υπάρχει εξιδανίκευση για τον Αρχαίο Ελληνικό Πολιτισμό και απ’ εκεί να πηγάζει η μη αποδοχή του μη τετριμμένου. Χαρακτηριστικό παράδειγμα οι αντιδράσεις για την «Μήδεια» του Βασίλιεφ το 2008

Τους Αρχαίους τους φανταζόμαστε ιδανικούς, ότι ζούσαν σε μια ιδεώδη κατάσταση. Δεν είναι έτσι. Είχαν ελαττώματα, δυσκολίες και προβλήματα, όπως έχουμε και εμείς σήμερα. Υπήρχε όμως και σύγκρουση και πάλη ιδεών. Μάθαμε τη διαλεκτική από τον Μαρξ αλλά η διαλεκτική προϋπήρχε,  στον Ηράκλειτο και στον Αισχύλο. Είχαν εφαρμόσει στη πράξη αυτό που σήμερα το ξεχνάμε και είναι καθοριστικό στοιχείο στη δημοκρατία. Ο διάλογος. Ήταν στοιχείο της δημοκρατίας οι αντίθετες απόψεις.
Σήμερα υπάρχει ένας αλληλοσπαραγμός, δεν έχουμε συνειδητοποιήσει τη συνύπαρξη των αντιθέτων, και αυτός πιστεύω είναι ο λόγος που κάποιοι αντιδρούν. Αλλά θα πρέπει να ξέρουμε πως υπάρχει και ένα κομμάτι του κοινού ανοιχτό να δεχτεί το καινούργιο.


Η Ελλάδα τρώει τα παιδιά της, ή τα παιδιά της τρώνε την Ελλάδα.

Η Ελλάδα τρώει τα παιδιά της. Ένα από τα ελαττώματα του λαού μας είναι ο φθόνος,
τον οποίο αν δε μπορέσουμε να τον ξεπεράσουμε, ανακυκλώνοντας τη μιζέρια, την εκδικητικότατα, να στέλνουμε τα εκλεκτά μας παιδιά στην εξορία και να τα λασπολογούμε,  ε τότε δεν πρόκειται να σηκώσουμε κεφάλι. Πρέπει να δει ο καθένας από μας την προσωπική του ευθύνη.

Η προσωπική ευθύνη είναι αναπόφευκτα δεδομένη, αλλά υπάρχουν και αυτοί που μας εκπροσωπούν, που παίρνουν τις αποφάσεις.

Αν κάποιοι πολιτικοί μας εξαπάτησαν, κάποιοι τους ψηφίσαν, εμείς τους ψηφίσαμε, δεν πρέπει να σκεφτούμε γιατί τους ψηφίσαμε? Είναι μόνο γιατί μας εξαπάτησαν, μήπως και εμείς ήμασταν ευκολόπιστοι? Είναι εύκολο να δίνουμε πάντα δικαιολογίες για τον εαυτό μας, η εύκολη λύση να αποποιούμαστε την ευθύνη για οτιδήποτε. Μα δεν είμαστε νήπια, έχουμε ευθύνη για τις επιλογές μας, από την υποθήκη για δάνειο ενός σπιτιού μέχρι την καταναλωτική μανία. Αυτή τη στιγμή ερχόμαστε αντιμέτωποι με το δίλλημα που λέει ότι, αν συνεχίσουμε να ζούμε έχοντας στο μυαλό μας το αμερικάνικό πρότυπο και την ύλη, δεν υπάρχει καμιά ελπίδα. Από την άλλη αυτοί που μας κυβερνούν  και όσοι κατέχουν χρήματα και προνόμια θα δυστυχήσουν και αυτοί,  αν δεν αντιληφθούν πως οι πεινασμένες μάζες  σαν τσουνάμι δεν θα χουν άλλη επιλογή από το να ξεσηκωθούν, και θα  έρθει η στιγμή που θα απειλήσουν τα κάστρα τους

«Δεν έχουμε οικονομία, δεν έχουμε υγεία δεν έχουμε περιβαλλοντική συνείδηση.  Οφείλουμε να έχουμε τέχνη».



Το θέατρο μέσα σε αυτόν τον κυκεώνα των πολιτικών και οικονομικών εξελίξεων, τι ρόλο μπορεί να διαδραματίσει από δω και πέρα. Επέστρεψε στην Αθήνα η ιδέα των συνεννοήσεων και των ευέλικτων θεατρικών ομάδων. Ποια είναι η γνώμη σας?

Δε μ’ αρέσει να αναθεματιζω γιατί υπάρχει πληθώρα θεατρικών ομάδων. Το αντίθετο.
Ξέρετε γιατί το θέατρο δε θα πεθάνει και είναι και η βασική διαφορά με τη τηλεόραση. Γιατί είναι η ζωντανή επαφή και η εμπειρία της ψυχής του ηθοποιού που ενώνεται με αυτήν του θεατή. Αυτή η μαγεία κάνει το θέατρο πηγή αυτογνωσίας.
Από την άλλη σε αυτή την χώρα δεν έχουμε οικονομία, δεν έχουμε υγεία δεν έχουμε περιβαλλοντική συνείδηση.  Οφείλουμε να έχουμε τέχνη.


Θέατρο χωρίς Εθνικό θέατρο μπορεί να υπάρξει?

Τα εθνικά θέατρα πρέπει να υπάρχουν όπως και τα επιχορηγούμενα, Δεν μπορεί το θέατρο να ενδώσει αμαχητί και δεν μπορεί η τέχνη να ενδώσει στους νόμους της αγοράς και της κατανάλωσης θα είναι ολέθριο να αφεθούμε πλήρως στην ελεύθερη αγορά. Είδαμε που οδήγησε η ελεύθερη αγορά τον πολιτισμό μας, ακόμα και το ίδιο το κεφάλαιο, και ο ίδιος ο καπιταλισμός οδηγήθηκε σε κρίση,  επομένως  οφείλουμε να μην επιτρέψουμε ο πολιτισμός να συνεχίσει να θεωρείται από τους πολιτικούς δευτερεύον.
Σαν να είναι η τέχνη κάτι περιττό και διακοσμητικό. Δεν είναι περιττό. Η καλλιτεχνική δημιουργία έχει σωθεί από παλιά. Είναι το πιο σημαντικό, και πρέπει όλοι να το καταλάβουμε.


Υπάρχουν ηθοποιοί που δεν μπορούν να φανταστούν τον εαυτό τους μακριά από το θεατρικό σανίδι. Έγινε τρόπος ζωής, ή πολλές φορές η ίδια η ζωή τους. Σε κάποιους λειτουργεί ακόμα και ψυχοθεραπευτικά από κάτι που τους βασανίζει. Το έχετε αισθανθεί αυτό?

Για ένα κομμάτι της ζωής μου ιδίως τα πρώτα χρόνια, ήταν περίοδος αυτογνωσίας. Από ένα σημείο και μετά όταν « γνώρισα » καλύτερα τον εαυτό μου, το θέατρο λειτουργούσε και ως αυτοθεραπεία, βγάζοντας έξω ότι με πονούσε. Μπορούσα μέσα από το θέατρο να λυτρωθώ. Με τα χρόνια κατάλαβα ότι δεν είχε νόημα να ξανά ξύνω και αυτές τις πληγές για να τις ξανά θεραπεύσω.
Αισθάνομαι από την άλλη στρατευμένη στην υπόθεση της τέχνης, και θα συνεχίσω να βρίσκομαι στη πρώτη γραμμή για να μεταφέρω με έναν ποιητικό τρόπο τις εμπειρίες που ζω κάθε στιγμή.







Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου